Η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια είναι για μία ακόμη χρονιά τα στοιχεία που πλανώνται και πάλι πάνω από τους αγρότες της Μαγνησίας.
Στη γενικότερη οικονομική συγκυρία και στην αναπόφευκτη, ούτως ή άλλως περιοριστική κυβερνητική πολιτική, έρχονται να προστεθούν και οι τιμές διάθεσης όλων των αγροτικών προϊόντων, που για μία ακόμη χρονιά ακολουθούν φθίνουσα πορεία.
Είναι χαρακτηριστικό πως, όπως τονίζουν αγροτοσυνεταιριστές της περιοχής μας, οι φετινές τιμές στο καλαμπόκι στην καλύτερη περίπτωση φτάνουν τα 140 ευρώ ο τόνος για τον παραγωγό, τη στιγμή που πέρυσι το ίδιο προϊόν απέφερε στον ντόπιο παραγωγό μέχρι και 180 ευρώ ο τόνος.
Η ίδια κατάσταση επικρατεί και στις άλλες αροτραίες καλλιέργειες του θεσσαλικού κάμπου.
Για παράδειγμα η τιμή που απολαμβάνουν φέτος οι παραγωγοί για τα κριθάρια είναι στα 10 λεπτά, ενώ για τα σκληρά σιτάρια η τιμή μόλις που φθάνει τα 15 λεπτά. Λίγο καλύτερη ήταν φέτος η κατάσταση στο βαμβάκι, καθώς η εμπορική τιμή διάθεσης του προϊόντος φέτος στα εκκοκκιστήρια έκλεισε στα 30 -31 ευρώ ο τόνος, αρκετά καλύτερα δηλαδή από πέρυσι, όταν η τιμή είχε κατρακυλήσει στα 17 ευρώ.
Η παραγωγή φέτος στο βαμβάκι ήταν και πάλι αρκετά καλή στην περιοχή του Βελεστίνου, όπως και στην αντίστοιχη του Αλμυρού (350 έως 380 κιλά το στρέμμα), ωστόσο για μία ακόμη χρονιά η συνολικά παραχθείσα ποσότητα ήταν αισθητά μειωμένη σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, αφού οι εκτάσεις που καλλιεργήθηκαν με βαμβάκι ήταν 70.000 στρέμματα έναντι 115.000 - 120.000 στρέμματα που ήταν τα προηγούμενα χρόνια.
Με τις τιμές αυτές δεν γίνεται προκοπή για την ελληνική γεωργία, λέει με εμφανή αγωνία για το μέλλον των ίδιων και των συναδέλφων του στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ ο Πρόεδρος ενός από τους πλέον δραστήριους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς της Μαγνησίας, του ΑΣΟ Ριζομύλου, κ. Ηλίας Ιωάννου.
Το πρόβλημα όπως αντιλαμβάνεστε γίνεται εξαιρετικά δυσοίωνο μετά το 2013, με τη λήξη της Αναθεωρημένης Κοινής Αγροτικής Πολιτικής ( ΚΑΠ). Ακούγονται ήδη δύο σενάρια για το καθεστώς των οικονομικών ενισχύσεων που θα ισχύσουν για την γεωργία στην Ε.Ε μετά το 2013, λέει ο κ. Ιωάννου.
Μία επιδότηση γύρω στα 50 ευρώ το στρέμμα και μία επιδότηση γύρω στα 25 ευρώ ανά στρέμμα καλλιεργούμενης έκτασης, είναι τα δύο σενάρια που ακούγονται. Στη δεύτερη περίπτωση η επιδότηση είναι λίγο πιο κάτω από το λειτουργικό κόστος της καλλιέργειας για την άντληση του νερού (ηλεκτρικό ρεύμα και κόστος συντήρησης των αντλητικών συγκροτημάτων). Και στις δύο περιπτώσεις, όπως λέει ο κ. Ιωάννου, τα ποσά είναι αισθητά μικρότερα από τα περίφημα… ευρωτσέκ που παίρνουν οι Έλληνες αγρότες και που είναι περίπου 75 ευρώ το στρέμμα, συν τα 80 ευρώ το στρέμμα που παίρνουν όσοι καλλιεργούν βαμβάκι, 50 ευρώ όσοι καλλιεργούν τεύτλα κ.ο.κ.
Κάτω από τις παραπάνω συνθήκες οι αγρότες του κάμπου επιχειρούν να βρουν τις εναλλακτικές εκείνες καλλιέργειες που θα αναπληρώσουν το χαμένο εισόδημά τους. Ωστόσο όσες προσπάθειες και να έχουν γίνει μέχρι τώρα τα αποτελέσματα είναι πενιχρά και τα μηνύματα μόνον ελπιδοφόρα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν.
Για παράδειγμα, όπως τονίζει ο κ. Ιωάννου, η εναλλακτική καλλιέργεια με ενεργειακά φυτά, όπως π.χ. ο ηλίανθος για την παραγωγή βιοντίζελ, έχει πενιχρά μέχρι τώρα αποτελέσματα, καθώς η παραγωγή είναι 400 κιλά το στρέμμα με τιμή 0,30 ευρώ το κιλό, ενώ πολλοί αγρότες στον κάμπο του Βελεστίνου περιμένουν να δουν τα αποτελέσματα από την πιλοτική εφαρμογή της ελαιοκαλλιέργειας πυκνής βλάστησης που έχει γίνει στην περιοχή τον τελευταίο χρόνο, προκειμένου να εξάγουν ασφαλέστερα συμπεράσματα για την οικονομική βιωσιμότητα της καλλιέργειας που μέχρι τώρα θεωρείται μονοκαλλιέργεια στο Νότιο Πήλιο.
Αντώνης Τσελέντης
Από την εφημερίδα Ταχυδρόμος
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου