Μεγάλη συζήτηση γίνεται τις τελευταίες ημέρες εντός κι εκτός της Βουλής για την πρόταση της κυβέρνησης να δοθεί η ελληνική ιθαγένεια σε μετανάστες δεύτερης γενιάς. Το θέμα πλέον αναλύεται από ανθρώπους που ζουν χρόνια στη χώρα, εργάζονται εδώ κι έχουν στήσει τη ζωή τους, αλλά τυγχάνει να κατάγονται από άλλες χώρες του κόσμου.
Για το όλο ζήτημα που έχει προκύψει, για τις αντιδράσεις αλλά και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν μίλησαν στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ αλλοδαποί που είδαν την πρόταση της κυβέρνησης με μεγάλη ανακούφιση.
Οι αλλοδαποί αντιμετωπίζουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα το θέμα της παραμονής τους, καθώς καλούνται να καταβάλουν μεγάλα χρηματικά ποσά μόνο και μόνο για να παραμείνουν στη χώρα, τη στιγμή που εδώ ζουν, εργάζονται και προσφέρουν.
Το θέμα της ελληνικής ιθαγένειας σχολίασε ο Παλαιστίνιος οφθαλμίατρος κ. Μονίρ Χέιρ, ο οποίος ζει στην Ελλάδα από το 1973, όταν δηλαδή ξεκίνησε της σπουδές του, αν και το 1989 πολιτογραφήθηκε Έλληνας.
«Είναι πολύ σημαντικό για κάποιον αλλοδαπό που ζει και εργάζεται στην Ελλάδα να λάβει την ελληνική ιθαγένεια. Είναι δικαίωμα του αλλοδαπού, του μετανάστη να συνεχίζει ομαλά την ζωή του. Σίγουρα η πρόταση που έχει γίνει είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, αρκεί να υπάρξουν κάποια αξιοκρατικά κριτήρια. Αναφορικά δε με τους παράνομους, οι αρμόδιοι θα πρέπει να εξετάσουν τους λόγους της παρανομίας, η οποία έχει πολλές έννοιες. Πάντως το θέμα δεν λύνεται μέσα σε λίγες κουβέντες. Χρειάζεται διάλογος», υποστήριξε ο κ. Χέιρ.
Εκείνο όμως που σχολίασε είναι πως «πατρίδα είναι όλη η γη. Δεν πρέπει να υπάρχουν διακρίσεις μεταξύ των φυλών και των χρωμάτων. Κανένα κομμάτι της γης δεν ανήκει σε μία ομάδα, ανήκει σ’ όλο τον κόσμο».
Την δική του άποψη είπε και ο κ. Έντι Ταφάι, Πρόεδρος του Συλλόγου Αλβανών Ν. Μαγνησίας «ILIRIA».
«Νομίζω πως αυτή η πρόταση είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Εμείς πάντως το περιμένουμε πώς και πώς. Είναι μια ανακούφιση για όλους μας. Γιατί υπάρχουν Αλβανοί που βρίσκονται στην Ελλάδα από το 1991 και 1992 και τώρα ξεκινά και η τρίτη γενιά. Οι άνθρωποι βρίσκονται στην Ελλάδα, ζουν κι εργάζονται και μεγαλώνουν τα παιδιά τους και οι περισσότεροι θεωρούν πατρίδα τους την Ελλάδα», σχολίασε ο κ. Ταφάι.
Ο ίδιος υποστήριξε πως μπορεί να ακούγονται και διαφορετικές γνώμες στο θέμα, όμως πρέπει να ανοίξει η συζήτηση και να λυθεί το θέμα αυτό που ταλαιπωρεί εδώ και χρόνια τους αλλοδαπούς.
«Άλλωστε οι αλλοδαποί είναι όφελος για την Ελλάδα και για την κάθε χώρα στην οποία βρίσκονται γιατί βοηθούν στην ανάκαμψη της οικονομίας», τόνισε ο κ. Ταφάι αναφορικά με το θέμα.
Ο κ. Fatos Dirmishi, από την Αλβανία είναι μαραγκός και ζει νόμιμα στην Ελλάδα με την οικογένειά του από το 1998. Μιλώντας για το θέμα της ιθαγένειας σχολίασε: «Επειδή είμαστε στην Ελλάδα τόσα χρόνια και η ζωή μας είναι εδώ, είναι καλά να υπάρχει οργάνωση και να πάρουμε την υπηκοότητα. Τα παιδιά μας μεγάλωσαν εδώ, συνεχίζουν το σχολείο, είναι εδώ η ζωή τους, δεν μπορεί να συνεχίζει αυτό το μαρτύριο για τόσα χρόνια».
Ο κ. Dirmishi μίλησε όμως και για τις δυσκολίες που περνούν οι αλλοδαποί με τα χαρτιά τους και τα υπέρογκα ποσά που πληρώνουν για να εξασφαλίσουν την παραμονή τους στην χώρα.
«Αλλάζουμε τα χαρτιά μας ανά 2 χρόνια, ανά 5 χρόνια, ανά 10 χρόνια, δίνουμε πολλά λεφτά. Εγώ έχω πληρώσει 900 ευρώ για κάθε κεφάλι που έχω στο σπίτι μου. Τώρα πάλι θέλουμε άλλα 3.000 ευρώ σαν οικογένεια για να κάνουμε τα χαρτιά», υποστήριξε ο ίδιος.
Εκείνο όμως που απασχολεί πολλούς αλλοδαπούς που ζουν στην Ελλάδα είναι πως παρόλο που εργάζονται εδώ, έχουν κάνει πλέον περιουσία, αγοράζοντας σπίτια στην Ελλάδα, δεν έχουν το δικαίωμα να ψηφίζουν, να υποστηρίξουν κάποιο ακόμη και στις δημοτικές εκλογές.
«Εμείς δεν έχουμε δικαίωμα να υποστηρίζουμε κάποιον, να ψηφίζουμε κάποιον να μας εκπροσωπεί έστω και στο Δήμο. Αισθανόμαστε αποκομμένοι από την κοινωνία τη στιγμή που προσφέρουμε εδώ, εργαζόμαστε, μιλάμε τη γλώσσα και ζούμε ελληνικά. Πρέπει η διαδικασία να γίνει πιο σύντομη.
Η διαδικασία λέει να προχωρήσει αλλά περιμένουμε. Δεν γίνεται όμως οι αντιδράσεις να είναι τόσο έντονες για μας που ζούμε σχεδόν μια ζωή στην Ελλάδα και τα παιδιά μας έχουν φτάσει να είναι και 20 χρονών», υποστήριξε από την πλευρά του ο κ. Dirmishi.
Τη δική του ιστορία και την άποψή του για την ελληνική ιθαγένεια είπε στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ και ο Μεχντί Σαλέχι, Αφγανός φοιτητής, πολιτικός πρόσφυγας.
Ο Μεχντί ζει εδώ και οχτώ χρόνια στην Ελλάδα και σπουδάζει στο Τμήμα Αρχιτεκτονικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στο Βόλο.
«Αποφάσισα να έρθω στην Ελλάδα εξαιτίας των πολέμων στο Αφγανιστάν και του καθεστώτος. Έπρεπε να φύγω, γιατί κινδύνευε η ζωή μου, όπως και άλλοι πρόσφυγες. Η Ελλάδα βρίσκεται σε σημείο που συνδέεται με την Ευρώπη, οπότε περνάς από δω κι έτσι ήρθα κι εγώ.
Είναι πολύ λογικό θέμα να λάβει κάποιος αλλοδαπός και μετανάστης την ιθαγένεια. Όταν ζει κανείς για πολλά χρόνια σε ένα τόπο, π.χ. Ελλάδα, κι αρχίζει και μιλάει τη γλώσσα, σκέφτεται όπως οι άνθρωποι της χώρας, τρώει τα φαγητά της χώρας, αυτό σε βάζει σε διαδικασία να νιώθεις όπως οι ντόπιοι.
Θέλεις να είσαι και πλήρες μέλος της κοινωνίας, να έχεις δυνατότητα να ψηφίζεις και θες να προοδεύσεις κι εσύ που είσαι μέλος της κοινωνίας. Να γίνεις ουσιαστικό μέλος της κοινωνίας, κι αυτό είναι καλό και για την κοινωνία να χρησιμοποιήσει όλα τα μέλη της», υποστήριξε ο Μεχντί.
Όμως ο Μεχντί μίλησε και για την ταλαιπωρία που περνά για να λάβει την ελληνική υπηκοότητα.
«Εγώ είμαι πολιτικός πρόσφυγας, έχω κάνει τα χαρτιά μου πριν από ένα χρόνο, γιατί πρέπει να συμπληρώσεις πέντε χρόνια παραμονής στη χώρα. Η διαδικασία είναι μεγάλη και δύσκολη. Πρέπει να ετοιμάσεις χαρτιά και τα παράβολα είναι πολύ ακριβά. Εγώ έχω πληρώσει 1.500 ευρώ κι απάντηση ακόμη περιμένω. Αν απορριφθεί η αίτησή μου, θα πρέπει να ξανακάνω τη διαδικασία και να ξαναπληρώσω», ανέφερε ο Μεχντί.
Πάντως ο ίδιος τόνισε πως αισθάνεται την Ελλάδα ως δεύτερη πατρίδα του κι αυτό γιατί «μιλάω ελληνικά, ονειρεύομαι στα ελληνικά, κοιμάμαι με τα ελληνικά, τρώω ελληνικά και χαίρομαι ελληνικά», όπως είπε χαρακτηριστικά.
Να σημειωθεί πως η οικογένεια του Μεχντί βρίσκεται ακόμη στο Αφγανιστάν και είναι πολύ δύσκολο να έρθει στην Ελλάδα εξαιτίας των διαδικασιών που χρειάζονται για την έκδοση βίζας.
Δήμητρα Παλαιοδημοπούλου
Από την εφημερίδα Ταχυδρόμος
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου