Δυστυχώς, δεν υπάρχει δικαστήριο για εγκλήματα κατά του πολιτισμού και της αισθητικής. Σε μια τέτοια υποθετική περίπτωση, στη σωρό των πτωμάτων από τις σφαίρες ενός εκτελεστικού αποσπάσματος, ναι, η εσχάτη των ποινών θα ήταν μια κάποια λύση…
Του Βασίλη Κεχαγιά
Ίσως ν’ αναγνωρίζαμε πολλούς, αναπάντεχα διάσημους, καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες και πολιτικούς. Σίγουρα, όμως, θα βρίσκαμε στοιβαγμένους όσους εμπλέκονται στην ανέγερση του νέου Δημαρχιακού Μεγάρου Θεσσαλονίκης, ακόμη και όσους όψιμα ανακάλυψαν τις παραβιάσεις βασικών κανόνων αισθητικής και περιβάλλοντος, οι οποίες για μια ακόμη φορά «κλείνουν» μια πόρτα ανάσας σε ένα ταλαιπωρημένο, ούτως ή άλλως, αστικό τοπίο.
Σύμφωνα, λοιπόν, με βασικά «άρθρα» του κώδικα της μουσειολογίας, μια πόλη οφείλει να σέβεται τα μουσεία, τα οποία αναδεικνύουν το πολιτιστικό και ιστορικό της στίγμα, ενώ παράλληλα φροντίζει να δώσει αέρα στους χώρους αυτούς, να τους φέρει σε συνομιλία με το περιβάλλον και να τους περικλείει σε τοπία «αρχιτεκτονικής αλληλεγγύης». Και για να μην ταξιδέψει πολύ ο νους μας, αρκεί να αναλογισθούμε τον τρόπο με τον οποίο το νέο Μουσείο Ακρόπολης κλίνει ευλαβικά το γόνυ στο κλασικό αριστούργημα που έχει απέναντί του.
Στη Βυζαντινή Θεσσαλονίκη, ωστόσο, μάλλον κρίθηκε περιττή μια ανάλογη «συνομιλία» και το Δημαρχιακό Μέγαρο μπαστακώθηκε μπροστά στο καλύτερο μουσείο της πόλης και το πλέον ταυτοτικό, το Βυζαντινό, ακυρώνοντας την οπτική της πρόσβαση προς τη θάλασσα και ας σκούζει ο ποιητής… ( «Της Σαλονίκης μοναχά της πρέπει το καράβι»).
Συγχρόνως, επιδεικτικά αγνοεί την αρχιτεκτονική λιτότητα και κομψότητα του Βυζαντινού και του παραπλεύρως κειμένου Αρχαιολογικού Μουσείου, υψώνοντας ένα τσιμεντένιο θηρίο, άχαρο και δίχως φαντασία, μπροστά στα έκπληκτα μάτια κλασικών εκθεμάτων.
Τον οπτικό συνωστισμό διαδέχεται η περιβαλλοντική απρονοησία, καθώς, στο μόνο άξονα πρασίνου που διατρέχει τη ραχοκοκαλιά μια πνιγμένης πόλη έρχεται ένας μπετοναρισμένος όγκος να θέσει τέρμα στις ελπίδες του. Από την Πανεπιστημιούπολη, την ήδη μπουκωμένη (κάποτε σχεδόν πράσινη), στην έκταση της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, της οποίας η επικείμενη μεταφορά ανοίγει χαραμάδα πράσινης ελπίδας και από ‘κει στους χώρους των Μουσείων και στο Πάρκο της Παραλίας, η Θεσσαλονίκη ήλπιζε σε μια –τη μόνη– δυνατότητα αναπνοής. Το νέο Δημαρχιακό Μέγαρο, με αντίθετη γνώμη σε όλα αυτά, σφηνώθηκε ανάμεσά τους για να υπενθυμίζει ότι η ματαιοδοξία ποτέ δεν έχασε τη μάχη με την αισθητική και την ανάγκη. Θα την περιμένει, παρά ταύτα, στη γωνία της Ιστορίας, το μέλλον για να την περιγελάσει για μια ακόμη φορά. Και για μια ακόμη φορά θα είναι αργά.
Ν’ αγιάσει το χέρι αυτουνού που εκτός από τα σιχτίρια και τα γέλια θα ρίξει και μερικές γκασμαδιές, αγνοώντας το όποιο κόστος, Ήδη, πληρώνουμε ακριβά και καθημερινά…
Υ.Γ. Το φωτογραφικό υλικό, για όσους γνωρίζουν την πόλη της Θεσσαλονίκης, αναδεικνύει τις ομοιότητες του νέου Δημαρχιακού Μεγάρου με το επίσης αρχιτεκτονικά ανέμπνευστο Δικαστικό Μέγαρο. Και τα δύο τιμωρούνε την πόλη…
Από TVXS
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου